Συγκλονιστική Κατάθεση Ψυχής – «Μιλώ ως θύμα συστηματικής σεξουαλικής κακοποίησης επί 6 χρόνια»

«Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας και τις δικές μου σκέψεις ως θύμα συστηματικής σεξουαλικής κακοποίησης για 6 χρόνια στα χέρια ενός αδίκαστου πλέον θύτη».

Με αυτά τα λόγια επικοινώνησε μαζί μας η 32χρονη σήμερα γυναίκα, με αφορμή την απόφαση του δικαστηρίου για 45 μήνες φυλάκιση στον 68χρονο θύτη που επί δύο χρόνια κακοποιούσε εξάχρονο κοριτσάκι. Η μαρτυρία της μοναδική, καθώς είναι «μια αυθεντική αλλά συχνά ξεχασμένη οπτική γωνιά», όπως σημειώνει η ίδια. Και το κείμενό της συγκλονιστικό.

Το δημοσιεύουμε αυτούσιο και χωρίς κανένα άλλο σχόλιο ή παρέμβαση από την πλευρά μας. Διατηρούμε βεβαίως την ανωνυμία της. Η ίδια υπογράφει Ελευθερία, μια έννοια, που όπως γράφει, είναι κοντά στην καρδιά της.

«Απλή» ζημιά

«Ακούσαμε τις απόψεις δικαστή, μάνας, δημοσιογράφου και του κοινού γενικότερα. Τι λέτε να τα ακούσετε και από θύμα αυτή τη φορά;

Δεν με ρωτάει κανείς για τις ημέρες πριν. Θέλουν απλά να αναπλάσουν «το συμβάν». Το δράμα, βλέπεις, το αγαπάνε όλοι. Και «το συμβάν» είχε όλα τα συστατικά ενός καλού, στρογγυλεμένου δράματος, χωρίς ιδιαίτερη αρχή και σίγουρα χωρίς τέλος (γιατί το δράμα για να έχει καταναλώσιμη αξία πρέπει να έχει και συνέχεια). Έγραψες, λέω στον εαυτό μου, υπέροχο το σενάριο, θα θέλουν να το κάνεις τριλογία οι θεατές. Αλλά «το συμβάν» ήταν απλά ένα σε πολλά, το πιο πρόσφατο ναι μεν, αλλά μια απλή σελίδα μπροστά στη βιβλιοθήκη του χάους μου, που θα μπορούσε να περάσει κι απαρατήρητη.

Τώρα που ΄χει περάσει, παρακολουθώ διάφορους πρωταγωνιστές της μικρής εκείνης ιστορίας να χαϊδεύουν την πλοκή με προσοχή, να θέλουν να μάθουν περισσότερα, ίσως κρυφά, να θέλουν να ξαναμπούν για δύο λεπτά στη μάχη «μαζί μου». Δεν γίνομαι μελοδραματική. Έτσι είμαστε εμείς. Τρεφόμαστε από τις αποτυχίες των άλλων. Τρεφόμαστε, αλλά δεν μεγαλώνουμε, μικραίνουμε.

Αλλά δεν με ρωτάει κανείς για τις ημέρες πριν.

Πριν να ραγίσει δηλαδή ο εγκέφαλός μου και να πλημμυρίσει με κάτασπρα ουρλιαχτά οργής. Πάλι. Δεν με ρωτάει κανείς για τη σχιζοφρενική ηρεμία που κατέβαλε όλο μου το είναι λίγο πριν την καταιγίδα. Το σχήμα των ματιών ή των χειλιών μου που παρακολουθούσα παρανοϊκά κάθε πρωί μπροστά από τον καθρέφτη να αλλάζουν. Οι κόρες ήταν καθαρές, το βλέμμα ανοικτό. Ο νους, σχεδόν υγιής. Δεν με ρωτάει κανείς για την ημέρα που με κοίταξα και μου είπα – μπορείς. Ήταν μεγαλύτερη απ’ ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί. Σπανιότερη. Πολυτιμότερη. Μπορείς. Να αγαπήσεις και να αγαπηθείς. Να εργαστείς και να ξεκουραστείς. Να νιώσεις και να αντέξεις. Να νιώσεις, λέμε, και να αντέξεις.

Ιερή στιγμή σε ένα μπάνιο με μικροσκοπικό καθρέφτη προσώπου. Δεν την ξεχνάω. Αλλά δεν με ρωτάει κανείς.

Γιατί θέλουν να συζητήσουν «το συμβάν». Να μάθουν αν τώρα «είμαι καλά». Να μάθουν «λεπτομέρειες». Να νιώσουν κι αυτοί τον ρόλο που είχαν να παίξουν στα όσα συνέβηκαν. «Το συμβάν» ήταν ροκ ν ρολ. Ο καθρέφτης είναι πολύ μελό. Δεν μας κάνει.

Δεν χρειάζεται να περιγράψω πολλά πολλά. Στο συμβάν το ‘ριξα για τα καλά στις ουσίες. Καταβρόχθιζα ό,τι είχα μπροστά μου. Για σχεδόν μια βδομάδα, ή μήπως ήταν δύο, βυθίστηκα και στην πρέζα. Δημιούργησα γύρω μου το απόλυτο χάος. Έχασα τη δουλειά μου. Τους πιο κοντινούς μου ανθρώπους. Έχασα φίλους και στιγμές. Απόσβησα μνήμες, βυθίστηκα – βυθίστηκα πολύ. Έχασα την υγεία μου, τη δύναμή μου, τη φωνή μου, αλλά πάνω απ’ όλα έχασα τη θέλησή μου. Τη θέλησή μου να σταθώ ξανά μπροστά στον μικρό εκείνο καθρέφτη. Μου πήρε χρόνια να σταθώ εκεί. Θα μου πάρει τώρα άλλα τόσα. Έχασα τη θέλησή μου να τα βρω με τον εαυτό μου, έστω για λίγο. Γνωρίζω καλά πως δεν είμαι άνθρωπος που θα τα βρω ποτέ μια και καλή, ζω για στιγμές, αλλά τις έχασα κι αυτές.

Έχασα την αλήθεια μου, μέσα στην ανάγκη μου να κρυφτώ μπας και αποκαλύψει κανείς το ράκος που ήμουν, με έχασα και μένα μέσα στην ανάγκη μου να μη φανώ. Να μη φανώ τιποτένια. Να μη φανώ ξεπεταγμένο πρεζάκι της κοινωνίας. Να μη φανώ μικρή και ανήμπορη. Αλλά πιο πολύ να μη φανώ. Στην ανάγκη μου να μη με κοιτάζει κανείς, έχασα τη δύναμη να κοιτάξω εγώ τον εαυτό μου. Και όλα αυτά γιατί τον είδα για πρώτη φορά μετά από χρόνια. Γιατί μου μίλησε, γιατί με άγγιξε.

Έτσι έγινε «το συμβάν», παρόλο που όλα τα μάτια ήταν στραμμένα πάνω μου, εγώ δεν υπήρχα.

Δεν με θυμάμαι. Δεν με ήξερα. Έχασα το μυαλό μου. Και αν και μιλάω συχνά για το μυαλό μου λες και είναι ένα εντελώς άλλο πρόσωπο, ξέρω πως είναι μέρος μου. Έχασα το μόνο μέρος μου που ήθελα να διατηρήσω. Το μόνο κομμάτι μου που ήθελα να προστατεύσω. Για αυτό άλλωστε κρυβόμουνα, για να μην το καταστρέψουν άλλοι. Για αυτό άφησα μερικούς να πιστέψουν πως ήταν ήδη καταστρεμμένο. Από ουσίες, από ποτό, απ’ ό,τι είναι «ροκ ν ρολ» και μου συμφέρει να πιστεύουν. Αλλά ήταν πάντα μαζί μου. Λίγες μέρες πριν «το συμβάν», ήταν ο καλύτερός μου φίλος.

Δεν θα σου κάνουν νόημα οι λέξεις. Δεν θα βγάζεις άκρη. Θα θες να μάθεις κι άλλα για «το συμβάν». Αλλά δεν είναι τόσο σημαντικό όσο νομίζεις. Σημαντικό είναι πως λίγες μέρες πριν από αυτό, υπήρχα. Είχα καταφέρει να υπάρξω, έστω και για λίγες μόνο ημέρες. Ήθελα να υπάρξω – με κοίταξα. Μπορούσα. Σημαντικό είναι πως για να φτάσω εκεί, μου πήρε πολύ καιρό, σχεδόν δύο χρόνια. Πριν από αυτό, ακόμη μια στιγμή, ακόμη ένα «συμβάν», είναι άλλωστε κύκλος, χωρίς αρχή και χωρίς τέλος. Και δεν τα μετράω γιατί δεν θέλω να μετριέται η αξία μου σε αυτά τα «συμβάντα», αλλά στις μικρές εκείνες στιγμές που μου φαίνεται θα κατακτώ και θα χάνω μια ζωή.

Και έτσι για να τελειώνει η κουβέντα – «το συμβάν» όπως όλα «τα συμβάντα» πριν από αυτό, δεν ήταν απλά ένα κρακ από το πουθενά. Ήρθε μέσα από την πλημμύρα οδύνης που μου προκάλεσε ένα «απλό» άτομο. Ένα «απλό» τέρας που με έκανε παιχνίδι στα χέρια του πριν 23 χρόνια. Πριν καν γίνω άνθρωπος δηλαδή. Πριν καν γίνω έφηβη.

Σήμερα, είμαι 32 ετών. Το κράτος τότε, δεν μπορούσε να με βοηθήσει. Ζήτησα βοήθεια και την πήρα ιδιωτικά όσο μπορούσα. Είμαι οκ. Δεν θέλω να αγχώνεστε. Μια χαρά θα ’μαι. Απλά θέλω να γνωρίζετε πως αυτή η «απλή ψυχική οδύνη», που περιγράφεται για θύματα συστηματικής κακοποίησης, που είναι τόσο «απλή» ζημιά που τιμωρείται με μηδαμινή φυλάκιση και καμία δυσφήμιση είναι ζημιά που κρατάει και καταπολεμείται ακόμη και από τους πιο δυνατούς, για μια ολόκληρη ζωή. Δεν είναι πως πιστεύω πως κάθε παιδί που υποφέρει στα χέρια κάποιου διαστρεμμένου άτομου που κάποτε αντλούσε εμπιστοσύνη και ασφάλεια, θα καταντήσει σαν και μένα. Όχι.

Αλλά μπορώ να πω με βεβαιότητα πως το θύμα της «απλής» αυτής ζημιάς, όσο κι αν προσπαθήσει, όση στήριξη και αν πάρει, δεν θα κοιμάται καλά. Θα αγωνιστεί πάρα πολύ για να κρατήσει σωστές αγνές αληθινές σχέσεις και πολύ πιθανόν να μη νιώσει ποτέ ξανά εμπιστοσύνη και ασφάλεια. Θα προσπαθεί, θα έρχεται και μετά θα φεύγει. Θα νιώθει απέραντη μοναξιά και θλίψη. Θα μπορέσει να νιώσει χαρά και αυτή θα είναι αληθινή, σπάνια, σπουδαία στιγμή. Θα μάθει να γεμίζει τη ζωή στιγμές. Θα νομίζει πως δεν αξίζει τίποτα περισσότερο. Θα θυμάται και μετά δεν θα θυμάται και μετά θα θυμάται εκεί που δεν το περιμένει. Θα μουδιάζει το σώμα. Θα χάνει τη φωνή.

Θα γελά και θα κλαίει σαν όλους, αλλά μερικές φορές θα αναρωτιέται αν νιώθει πραγματικά ή αν έχει χάσει εξ ολοκλήρου την ικανότητα να αγκαλιάζει το συναίσθημα. Και αυτή δεν είναι ζημιά που καταγράφεται στα βιβλία ή στις εφημερίδες ή ακόμη στα λόγια κάποιου εισαγγελέα ή δικαστή, αλλά που βιώνεται από εκατοντάδες σιωπηλούς συνανθρώπους μας καθημερινά. Η ζημιά δεν είναι απλή. Είναι αιώνια. Θα χάνει. Μια ζωή θα χάνει και θα κερδίζει, αλλά μετά θα χάνει πάλι. Θα σηκώνεται και θα καταστρέφεται και θα σηκώνεται και θα καταστρέφεται ξανά και ξανά.

Αυτόχειρα.

Όμως δεν θα είναι αυτόχειρα. Θα είναι, για ακόμη μια φορά, στα χέρια όλων μας».

Φιλελεύθερος