make it rain | για το ντοκιμαντέρ «οι βροχοποιοί»

Ανασύνθεση του παρελθόντος δεν σημαίνει αναγνώρισή του «με τον τρόπο που υπήρξε πραγματικά». Σημαίνει το άρπαγμα μιας μνήμης καθώς αστράφτει σε μια στιγμή κινδύνου.

Walter Benjamin

Την Τετάρτη στο Μικρόκοσμο έγινε η πρώτη προβολή του ντοκιμαντέρ «Οι βροχοποιοί», που δημιούργησαν οι Εκδόσεις Διάδοση. Το φιλμ αποδείχτηκε εξαιρετικά ενδιαφέρον, σε πολλές στιγμές συγκινητικό και σίγουρα θα αποτελέσει αφορμή για ευρύτερη συζήτηση και αναστοχασμό πάνω σε μια σειρά από θέματα.

Το ντοκιμαντέρ καταπιάνεται με την κατάσταση στις φυλακές και τους αγώνες που δόθηκαν μέσα σ’ αυτές από τα τέλη της δεκαετίας του ‘70 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Δεν επιχειρείται να δοθεί κάποια συνολική εικόνα της κατάστασης, με ανάλυση από «ειδικούς», εκτενή αναφορά στις γενικότερες κοινωνικές συνθήκες ή πολλές λεπτομέρειες και εξηγήσεις. Αντίθετα, το ντοκιμαντέρ εστιάζει στις αφηγήσεις έξι ανθρώπων, οι οποίοι καταθέτουν τις συγκλονιστικές, είναι η αλήθεια, εμπειρίες τους.

Μέσα απ’ την προσωπική ματιά και ιστορία του καθενός, ακολουθούμε μια πορεία που περνά από διάφορους χώρους κράτησης της ελληνικής επικράτειας. Κέρκυρα, Αίγινα, Κορυδαλλός και Πάτρα. Άνθρωποι που πέρασαν χρόνια στις φυλακές ως κρατούμενοι περιγράφουν τις συνθήκες κράτησης, τις πρακτικές των δεσμοφυλάκων και τελικά αποτυπώνουν στιγμιότυπα από την ίδια την πολιτική του εγκλεισμού. Στο δεύτερο μισό του έργου, οι ίδιοι άνθρωποι αφηγούνται τους αγώνες, τις προσπάθειες και τις εξεγέρσεις των κρατουμένων της εποχής.

image-4118

οι περίφημες φυλακές Κέρκυρας. Ένα ελληνικό πανοπτικό. ( η foto από εδώ )

 Οι άνθρωποι στην οθόνη μας δίνουν συγκλονιστικές περιγραφές του τι σημαίνει φυλακή.

Μιλάνε για το ξύλο, τα βασανιστήρια, τους εξευτελισμούς και τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Περιγράφεται για παράδειγμα ότι τη δεκαετία του ’80 όταν έμπαινε κανείς στη φυλακή της Κέρκυρας (που θεωρούνταν η μάλλον πιο σκληρή της εποχής και στην οποία στέλνονταν απείθαρχοι ή «επικίνδυνοι» κρατούμενοι), τον περίμεναν για αρχή παρατεταγμένοι σε ένα διάδρομο δεξιά και αριστερά δεσμοφύλακες με ξύλινα γκλομπ. Με αυτά υποδέχονταν τον καινούριο κρατούμενο. Μετά, ανεξαρτήτως ποιος ερχόταν ή τι έκανε, τον πήγαιναν για μια εβδομάδα στα λεγόμενα πειθαρχεία, μικρά σκοτεινά κελιά, που περιγράφονται ως μπαούλα ή κουτιά, αφού ήταν πολύ μικρά και δεν υπήρχε φως από πουθενά. Οι κρατούμενοι έχαναν την αίσθηση του χρόνου, της μέρας και της νύχτας και έμεναν εκεί απομονωμένοι, χωρίς προαυλισμό (τι λέξη κι αυτή) για μία εβδομάδα. Κάτι σαν εβδομάδα προσαρμογής λοιπόν.

Ακούγεται ακόμη μια άλλη μαρτυρία, σύμφωνα με την οποία, όταν οι δεσμοφύλακες είχαν «κέφια», έμπαιναν στα κελιά και ρωτούσαν ένα κρατούμενο: «Είσαι παντρεμένος;». Αν απαντούσες όχι, σου έλεγαν «γιατί ρε; Για να μην κάνεις παιδιά και να μην πάνε φαντάροι;». Και ύστερα σε χτυπούσαν μέχρι λιποθυμίας. Αν απαντούσες ναι, σου έλεγαν «γιατί; Για να κάνεις παιδιά και να γίνουν κομμουνιστές;». Και ύστερα σε χτυπούσαν μέχρι λιποθυμίας.

Κάποια στιγμή λέγεται ότι στις διαβόητες φυλακές της Κέρκυρας βγήκε εντολή να απαγορευτούν τα βιβλία που είχαν στον τίτλο τις λέξεις «επανάσταση», «αναρχία» και «έρωτας».

image-4119

Κέρκυρα και πάλι. ( η foto από εδώ )

Ακούγονται και άλλες ιστορίες και περιστατικά, που δεν έχει νόημα να αναφέρουμε αλλά είναι καλύτερα να παρακολουθήσετε πως τις αφηγούνται οι ίδιοι οι πρώην κατηγορούμενοι.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απόψεις που ακούγονται για την απόσταση και το διαχωρισμό μεταξύ ποινικών και πολιτικών κρατουμένων. Στο ντοκιμαντέρ αναφέρεται ότι αυτή η απόσταση μίκρυνε όταν μπήκαν φυλακή οι πρώτοι αναρχικοί.  Συγκινητικές είναι οι μαρτυρίες για τις γυναικείες φυλακές και την απεργία πείνας του 1980 στον Κορυδαλλό. Μένουν στο μυαλό τα όσα λένε οι γυναίκες για τον ψυχίατρο της φυλακής Κορυδαλλού, Μάριο Μαράτο και τις πρακτικές του. Σημειώνουμε ότι ο Μαράτος το 1990 σκοτώθηκε από την «Επαναστατική Αλληλεγγύη».

Οι διαμαρτυρίες, οι εξεγέρσεις και όλες οι απόπειρες αντίστασης δεν περιγράφονται με κάποιο ηρωισμό ή κάποια οίηση, όπως ίσως θα περίμενε κανείς. Ακούμε πολλές φορές τη φράση «δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς». Βλέπουμε πρόσωπα, στις γκριμάτσες των οποίων, στριμώχνονται με ένα περίεργο τρόπο η αξιοπρέπεια, η ασφυξία της καταπίεσης, μια αλλόκοτη γενναιότητα και η ιδέα μιας βαθιάς αλληλεγγύης. Ακόμη και ο τρόπος που επαναλαμβάνουν τη φράση «μετά μας τσάκισαν» δεν κρύβει ήττα και απογοήτευση, αλλά μοιάζει να σημαίνει κάπως τον χρόνο μιας παύσης πριν την επόμενη επίθεση.

Κατά τ’ άλλα, απ’ τις εξιστορήσεις των αγώνων, θα μας μείνει η εικόνα της φλεγόμενης φυλακής της Κέρκυρας, σαν απάντηση στις επιθυμίες και τον τρόμο εκατοντάδων κρατουμένων ανά τα χρόνια, αλλά και οι δυσκολίες στο να αντιμετωπίσουν συλλογικά ποινικοί και πολιτικοί τα κοινά τους προβλήματα.

Μια εντύπωση προκαλεί επίσης και η επισήμανση αρκετών ότι αν η δεξιά τσάκιζε τις εξεγέρσεις με το γκλομπ και τη σωματική βία, οι φυλακές μπήκαν σε καινούρια κατεύθυνση με την έλευση του ΠΑΣΟΚ, το οποίο, όπως λένε, υιοθέτησε μια διαφορετική πρακτική. Γέμισε τη φυλακή με ναρκωτικά.

Μετά το τέλος του ντοκιμαντέρ για κάποιο λόγο πήγε ο νους μου στον Γκαλεάνο. Σκεφτόμουν τις μέρες μετά το θάνατό του, πέρα φυσικά απ’ τη γνώση ή την καλογραμμένη αφήγηση, πως αυτό που μου έμεινε από τα γραπτά του είναι μια κατανόηση του τι σημαίνει επιμονή στο να αφηγούμαστε την ιστορία «από τα κάτω». Ένα απ’ τα (εκατομμύρια βέβαια) προβλήματα του καιρού μας είναι αυτή ακριβώς η απομάκρυνση των ανθρώπων από την ιστορία τους και από την πολιτική ως σκέψη και προσωπική υπόθεση και πράξη. Σήμερα, όπως μας πληροφορούν μερικές εκατοντάδες ρεπορτάζ σε σοβαρές εφημερίδες, λαχανιασμένα κανάλια και έξαλλα σάιτ, όλα βρίσκονται και όλα συμβαίνουν κάπου αλλού.

Στις Βρυξέλλες και σε μια τηλεδιάσκεψη του eurogroup, στο ιδιωτικό δωμάτιο του Πούτιν και στα τεράστια δημόσια κτίρια του Βερολίνου. Η αφήγηση λέει ότι είμαστε μικροί και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να περιμένουμε τα αποτελέσματα μιας διαπραγμάτευσης που μας αφορά αλλά παραμένει άγνωστη. Τεχνικές λεπτομέρειες, τεχνικά κλιμάκια και ό,τι άλλο τεχνικό μπορεί να φανταστεί κανείς.

image-4120

η αφίσα της προβολής της Τετάρτης. ( από εδώ )

Ένα απ’ τα πράγματα που βγαίνουν από το ντοκιμαντέρ είναι αυτή ακριβώς η υπενθύμιση ότι η πολιτική δεν συμβαίνει κάπου αλλού, αλλά είναι η προσωπική μας στάση απέναντι στα πράγματα και η ίδια μας η πράξη, όσο κι αν αυτή μοιάζει καταδικασμένη από την άνιση κατανομή των δυνάμεων στο γήπεδο που καλούμαστε να δώσουμε τον αγώνα.

Η άλλη ίσως ακόμη πιο βασική υπενθύμιση του ντοκιμαντέρ είναι η εξής: Πολλές φορές, η επικρατούσα απίθανη σύγχυση, ο ιδεολογικός χυλός, οι αντιφάσεις της πραγματικότητας και το γενικό ζόρι τείνουν να αποπροσανατολίζουν. Τότε, νομίζω ότι ένα καλό προσδιοριστικό κριτήριο για να βρεις ξανά τη θέση σου στον κόσμο είναι να ακούς τους ίδιους τους ανθρώπους. Όχι με την ασπίδα της προκάτ ιδεολογικής συμφωνίας, ούτε προτάσσοντας μια καθηλωτική γνώση, η οποία έχει σκοπό να αποκλείσει κάθε πράξη εκ των προτέρων, ούτε βέβαια με τον κατανοητό αλλά καταστροφικό κυνισμό του «δεν αλλάζει τίποτα». Να ακούς τους ίδιους τους ανθρώπους, σημαίνει να ακούς όσους έζησαν και ζουν την καταπίεση και τη βία, να ακούς όσους βρέθηκαν στον πάτο του βαρελιού, όσους παρόλο το φόβο προχώρησαν όπως μπορούσαν.

Λέει κάποια στιγμή ένας αφηγητής ότι αν κατάφερε να αγωνιστεί (και τελικά να κάψει το ίδιο του το κελί) ήταν και επειδή είχε «δάσκαλους στη φυλακή, δάσκαλους αγράμματους, εμπειρικούς. Που ό,τι είχαν το έβαζαν».

Και να πως ξαναβρίσκεις τη θέση σου στον κόσμο.

* Δεν ξέρω τίποτα για την ομάδα που έφτιαξε το ντοκιμαντέρ. Σημειώνω πάντως ότι η ίδια ομάδα, οι εκδόσεις Διάδοση δηλαδή, έκανε και το «οι λαχειοπώλες του ουρανού», ένα ντοκιμαντέρ με αφηγήσεις που επαναφέρουν στο προσκήνιο την κοινωνική ιστορία της Ελλάδας του ’60-’70 και το οποίο μπορείτε να παρακολουθήσετε εδώ.

thecricket.gr