Άρχισε να βρέχει.
Η κ. Νακαμούρα κράτησε τα παιδιά της κάτω από την ομπρέλλα.
Οι σταγόνες γίνονταν όλο και μεγαλύτερες, έφτασαν να μοιάζουν με παιδικούς, γυάλινους βόλους και κάποιος φώναξε: «Οι αμερικάνοι ρίχνουν γκαζολίνη. Θα μας βάλουν φωτιά!»…
Αλλά οι σταγόνες ήταν ολοφάνερα νερό και, καθώς έπεφταν, ο άνεμος δυνάμωνε και ξαφνικά – πιθανώς λόγω της τρομερής μεταγωγής της θερμότητας από την φλεγόμενη πόλη- ένας ανεμοστρόβιλος σάρωσε το πάρκο. Τεράστια δέντρα κατέρρευσαν ενώ μικρότερα ξεριζώθηκαν και ταξίδεψαν με τον άνεμο.
Ψηλότερα, μια άγρια παράταξη επίπεδων αντικειμένων περιστρεφόταν μέσα στο αέρινο χωνί: κομμάτια από τσίγγινες στέγες, πόρτες, στρώματα…
Η θύελλα άρπαξε την κ. Μουράτα, την υπεύθυνη της αποστολής, η οποία καθόταν κοντά στο ποτάμι, και την πέταξε κάτω από την αποβάθρα, σ’ ένα ρηχό, βραχώδες σημείο. Βγήκε από το νερό με τα πόδια της γυμνά και ματωμένα. Ο ανεμοστρόβιλος κατευθύνθηκε στο ποτάμι όπου ενώθηκε με μιαν από τις δίνες του κι εξαφανίστηκε.
***
Απόσπασμα από το βιβλίο του, βραβευμένου με Pulitzer, συγγραφέα και δημοσιογράφου John Hersey “Hiroshima”. Μετάφραση δική μου.